Σάββατο 27 Οκτωβρίου 2012

             Επαναστάτης                                                                                      6/6/2011



                      Είναι φορές
                      που στέκομαι όρθιος μπροστά  μου
                      μα δεν με βλέπω
                      σα φράχτης να με κρύβω
                      από την παρουσία μου

                      Κι έτσι κρυμένος 
                      εντός μου
                      σα μικρό παιδί
                      σα βρέφος
                      επαναστατώ

                      Πότε με μικρές σκανταλιές
                      πότε με άσκοπες υπερβολές

                      Κλαίγοντας έως να μ’ ακούσω
                      ή γελώντας μέχρι να κλάψω                                                    (του Θανάση Γιαννακόπουλου)

Κυριακή 21 Οκτωβρίου 2012


29/04/2008
Κρυονική  
  
                                                                         




I



Κάνει κρύο εκεί έξω,
το λεν στα κυπαρίσσια 
οι λεύκες
καθώς που σκύβουν,
δεν βλέπεις

Μαραζώνουν 
τα χρυσάνθεμα
μες τα λευκά τα βάζα
βροχή, παγωνιά 
και πάλι βροχή,
τι να σου κάμουν ;
Λουλούδια είναι
φυτά

Δεν προφταίνουν
οι κίσσες 
λεύτερο κλαδί
Κάπου βρέχονται,
κάπου θέ να βραχούν
Αν θέλει ο άνεμος 
                   ακούω 
τα ισχνά καλαμοπόδια τους
να βιάζονται 
από πάνω μου

Παραδίπλα 
από τα γυάλινα περβάζια
θολώνει η προσευχή
κάποιας γριάς 
ή κόρης στεγνής
με παγωμένα δάχτυλα
Μια στεγνή δυναμική 
ανάμεσα στη βροχή και το χώμα 

Ένας ίσκιος πέφτει,
ένας άλλος σηκώνεται

Δε φάνηκε 
ο γεροκηροπώλης,
κάνει κρύο βλέπεις
και ποιος ανάβει κεριά
με τέτοιον καιρό ;



II



Ο δρόμος 
δεν κρυώνει,
στεγνώνει
πιο γρήγορα
απ’ τα υποδήματα
κι από τα πόδια 
που βρίσκονται
μες τα υποδήματα

Ήθελε 
να νυχτώσει 
μα εμποδίζονταν
από κάτι παγωμένα 
δάχτυλα

Κάποιος στήθηκε 
κάτω από μια ομπρέλα 
για λίγο
κι έφυγε

Άφησε 
ένα τριαντάφυλλο 
σε μια φωτογραφία,
το τριαντάφυλλο άφησε  
τα πέταλα του,
η φωτογραφία άφησε  
το πρόσωπο της

Μια κατακίτρινη 
ανάρια μελωδία,
σαν βελούδο de Chine  
απαλή
έχει καρφώσει 
το άρωμα της 
στον ουρανίσκο μου

Κάνει κρύο βλέπεις,
το χώμα δεν μυρίζει,
οι πασχαλιές, 
τα γιασεμιά, 
τα λέβαντα 
και τα μυρωδικά
που καίγουνται
δεν μυρίζουν,
κάνει κρύο βλέπεις
και που μύτες 
ειλικρινείς 
δε βρίσκουνται

Κάποιος 
απίθωσε δυο λέξεις 
σε μια γλάστρα,
για να ανθίσουν λέει,
να γίνουν ποίημα,
τις είχε κλέψει 
από κάποιον τοίχο 
γειτονιάς   




III



Κάνει κρύο εκεί έξω,
ένα μπουγάζι, 
μια κάποια στενωπός,
πιότερο σκοτεινή,
γκρίζα ανεμόεσσα,
ένας διάπλατος γιαλός 
τρεμοθώρητος

Λευκά 
λινά φορέματα,
ασώματα,
να αιωρούνται , 
να χορεύουνε, 
να ακροβατούν
τρέχουν προφταίνουν 
μιας τον ουρανό
τρέχουν βυθίζονται 
με μιας στη γης
δε βλέπεις

Ένας ήλιος, 
κι άλλος, 
γέμισε ο ουρανός
είναι βράδυ βλέπεις,
το βράδυ έχει 
περισσότερους 
της μέρας ήλιους,
περισσότερο φως 
κατά βάθος

Πρώτος 
ο αλέκτορας 
κηρύττει πρωινό,
το αξίζει ο ήρωας,
τέτοιας τιμής, 
τέτοιας ευθύνης 
ιδανικός

κάτι ο κεραυνός επί γης, 
κάτι τα σύννεφα 
που χαμηλώσαν
κάτι τα δέντρα, 
τα λουλούδια 
που ψηλώσαν
μοιάζει 
απόψε ο κόσμος 
να πυκνώνει
όμορφα 
μπερδέματα

Κάνει κρύο βλέπεις,
λέξεις παγωμένες 
σε διάφανα χείλη
καρτερούν 
προσεύχοντας 
την ανάσα


IV



Πάγωσε το λυχνάρι
μες τη χούφτα 
της νύχτας,
τα ξερόφυλλα 
πατιόνται,
μαρτυρούν ερχομό

Ψηλός, 
λιγνός σα το σουβλί 
ο ξενομπάτης,
έδωκε μιας 
χύθηκε το κρασί 
δες κόκκινο,
απάνω στο ζεστό χώμα,
κάτω στο σώμα
Έδωκε μιας 
και μέθυσε ο κόσμος,
δε βλέπεις

Κάνει κρύο εκεί έξω, 
σφάλισαν τα σύννεφα,
λογάριασε ο ήλιος,
άλκιμον το σφρίγος,
ακριβός 
ως άλλοτε έρωτας 
με μυρωδιές της άνοιξης,
μικρές αλυκές 
στα βλέφαρα 
κάποιας βασιλεμένης αμμουδιάς,
πελαγίσια ηχοτόπια 
βαρκάρωντας 
στα ανοιχτά της φιλίας
και της ποίησης,
προϊόντα ονείρου κι έρωτος
οι αιώνιες μινιατούρες 
της απολύτου έκφρασης,
δυο σύμπαντα 
τελούν υπό κατάληψη 
μες το πάνλευκο βλέμμα

Ένα φτερό στο χώμα 
είναι μια διαδρομή,
μιαν αποκάλυψη
Ένα φτερό στο χώμα 
μαρτυράει τον ουρανό

Κάνει κρύο εκεί έξω, 
δε βλέπεις

Για τα μέσα 
δε κρυώνω,
με τόσο 
μάρμαρο 
από πάνω 
μου… 
                                                                                                                   (του Θανάση Γιαννακόπουλου)


ARTHUR SCHOPENHAUER - ΑΡΘΟΥΡΟΣ ΣΟΠΕΝΧΑΟΥΕΡ


Ο Αρθούρος Σοπενχάουερ (Arthur Schopenhauer, Δάντσιχ, Πολωνία, 22 Φεβρουαρίου 1788 - Φρανκφούρτη, Γερμανία, 21 Σεπτεμβρίου 1860) ήταν Γερμανός φιλόσοφος γνωστός για τον αθεϊστικό πεσσιμισμό του και την φιλοσοφική του διαύγεια. Στην ηλικία των 25, δημοσίευσε την διδακτορική του διατριβή με τίτλο "Η τετραπλή ρίζα του επαρκους λόγου", η οποία εξέταζε αν η αιτιατότητα καθαυτήν μπορεί να προσκομήσει απαντήσει για τον κόσμο μας. Το σημαντικότερο έργο του Σοπενχάουερ, Ο Κόσμος ως Βούληση και ως Παράσταση, τόνιζε το ρόλο του κύριου κινήτρου δράσης των ανθρώπων, το οποίο ο Σοπενχάουερ ονόμαζε Βούληση. Η ανάλυση της Βούλησης οδήγησε τον Σοπενχάουερ στο συμπέρασμα ότι οι συναισθηματικές, σωματικές και σεξουαλικές επιθυμίες δεν μπορούν ποτέ να εκπληρωθούν. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα ο Σοπενχάουερ να κατατείνει προς ένα τρόπο ζωής που απέρριπτε τις ανθρώπινες επιθυμίες, παρόμοιο με αυτόν που διδάσκουν ο Βουδισμός και οι Βέδες.
Η μεταφυσική ανάλυση της Βούλησης από μέρους του Σοπενχάουερ, η άποψη του πάνω στο κίνητρο και την επιθυμία, και ο αφοριστικός τρόπος γραφής του επηρέασαν πολλούς γνωστούς ανθρώπους του πνεύματος όπως ο Φρειδερίκος Νίτσε, ο Ρίχαρντ Βάγκνερ, ο Λούντβιχ Βιτγκενστάιν, ο Άλμπερτ Αϊνστάιν, ο Σίγκμουντ Φρόυντ, ο Χόρχε Λουίς Μπόρχες και άλλοι.

Η ζωή του


Ο πατέρας του ήταν ένας πλούσιος τραπεζίτης και η μητέρα του συγγραφέας. Μορφώθηκε στο Δάντσιχ και στο Αμβούργο. Με την πρόθεση να τον εισαγάγει στο κόσμο του εμπορίου ο πατέρας του τον ώθησε στην εκμάθηση ξένων γλωσσών. Για τον σκοπό αυτό ταξίδεψε στην Ολλανδία, στην Ελβετία, στην Αυστρία και στην Αγγλία, ενώ έμεινε για δύο χρόνια στη Γαλλία. Τα παιδικά του χρόνια ήταν μια περίοδος δυσάρεστη για αυτόν εξαιτίας της πιεστικής συμπεριφοράς του πατέρα του και προβλημάτων στην υγεία του. 
Όταν το 1805 πεθαίνει ο πατέρας του, του αφήνει μια κληρονομιά που του επιτρέπει να ζει χωρίς να εργάζεται. Έκανε το γυμνάσιο στην Γκότα και στη Βαϊμάρη και το 1809 γράφεται στην ιατρική σχολή, όπου έχει την ευκαιρία να παρακολουθήσει τα μαθήματα του Schulze. Επηρεασμένος από αυτά αρχίζει να ασχολείται με τη φιλοσοφία και να διαβάζει Πλάτωνα και Καντ. Το 1811 μετακομίζει στο Βερολίνο όπου και παρακολουθεί τα μαθήματα του Σλάιερμαϊερ και του Φίχτε. Παίρνει πτυχίο μετά απο 2 χρόνια γράφοντας μια πτυχιακή εργασία την οποία εκτίμησε ιδιαίτερα ο Γκαίτε. Στη συνέχεια απομονώνεται στη Δρέσδη, όπου και ολοκληρώνει την μελέτη των κλασσικών φιλοσόφων. Το διάστημα 1818-1819 επισκέπτεται τη Ρώμη, τη Νάπολη και τη Βενετία όπου και παραλίγο να παντρευτεί. Το 1820 γίνεται κα8ηγητής στο πανεπιστήμιο του Βερολίνου μετά από μια λεκτική σύγκρουση με τον Χέγκελ. Οι ώρες των μαθημάτων του συμπίπτουν με αυτών του Χέγκελ, με αποτέλεσμα μετά απο ένα εξάμηνο να διακοπούν. Έτσι αρχίζει τα ταξίδια στην Ελβετία, στην Ιταλία και στη Γερμανία. Το 1825 επιστρέφει στη Γερμανία με την πρόθεση να ξεκινήσει την πανεπιστημιακή του καριέρα, αλλά φεύγει λόγω της έλλειψης ενδιαφέροντος από την πλευρά του πανεπιστημίου και της επιδημίας της χολέρας που οδήγησε στον θάνατο και τον Χέγκελ. Το 1833 μετακομίζει στη Φρανκφούρτη, όπου και ζει για το υπόλοιπο της ζωής του. Πεθαίνει το 1860 σε ηλικία 72 χρονών από πνευμονία.

Η φιλοσοφία του

Η φιλοσοφία της βούλησης


Ένα σημείο εστίασης της φιλοσοφίας του Σοπενχάουερ ήταν η διευρεύνηση του πάνω στο ατομικό κίνητρο. Πριν το Σοπενχάουερ, ο Γκέοργκ Βίλχελμ Φρήντριχ Χέγκελ είχε εισάγει την έννοια του Zeitgeist, την ιδέα ότι η κοινωνία διέπετο από μια συλλογική συνείδηση η οποία κατέτεινε προς μία συγκεκριμένη κατεύθυνση, δίνοντας την κατευθυντήριο γραμμή στα μέλη της. Ο Σοπενχάουερ, γνώστης της φιλοσοφίας του Εμμάνουελ Καντ και του Χέγκελ, άσκησε κριτική στη λογική βελτιοδοξία και την πίστη ότι η ατομική ηθική καθορίζονταν από την κοινωνία και από τον Λόγο. Ο Σοπενχάουερ πίστευε ότι οι άνθρωποι υποκινούνταν από τις ίδιες τους τις βασικές επιθυμίες, ή από την Wille zu
m Leben (βούληση του ζην), η οποία κατεύθυνε όλη την ανθρωπότητα. Για τον Σοπενχάουερ, η ανθρώπινη επιθυμία ήταν μάταιη, άλλογη, ακαθοδήγητη, και, κατ' επέκτασην, αυτό ίσχυε για όλο το σύνολο της ανθρώπινης δράσης. Η Βούληση για τον Σοπενχάουερ είναι μια μεταφυσική οντότητα που ελέγχει όχι μόνο τις πράξεις του ατόμου, αλλά εν τέλει και όλα τα παρατηρήσιμα φαινόμενα. Βούληση, για τον Σοπενχάουερ, είναι ότι ο Καντ ονόμαζε "πράγμα καθαυτό".

Τέχνη κ
αι αισθητική


Για τον Σοπενχάουερ, η ανθρώπινη επιθυμία, η "βούληση" και η θέληση προκαλούν πόνο και ανέχεια. Ένας προσωρινός τρόπος να απαλαχτεί κανείς από τον πόνο είναι μέσω της αισθητικής περισυλλογής. Αυτός είναι ο αμέσως καλύτερος τρόπος καταστολής της βούλησης, πέρα από την πλήρη εξάλειψη του θέλειν. Η ολική απορρόφηση στον κόσμο νοούμενο ως Παράσταση, μέσω της αναπαραγωγής της πραγματικότητας από το έργο τέχνης, σώζει τον άνθρωπο από τον κόσμο ως Βούληση, που είναι ο καθαυτό κόσμος. Η μουσική κατέχει μείζωνα θέση στην αισθητική θεώρηση του Σοπενχάουερ κάθως, λόγω της αφαιρετικότητας της, δεν βασίζεται σ' ένα φαινομενολογικό παραστατικό μέσον. Η μουσική αισθητικά αναπαριστά την Βούληση καθαυτήν, αδιαμεσολάβητη, και όχι όπως αυτή παρουσιάζεται υπό του ατομικιστικού πρίσματος. Σύμφωνα με τον Daniel Albright "ο Σοπενχάουερ πίστευε ότι η μουσική ήταν η μόνη τέχνη η οποία δεν αντέγραφε απλά ιδέες, αλλά ήταν η ίδια η ενσάρκωση της Βούλησης".

Ηθική


Η ηθική θεωρία του Σοπενχάουερ πρότεινε ότι υπάρχουν τρία κύρια ηθικά ελατήρια: συμπόνια, μοχθηρία και εγωισμός. Η συμπόνια είναι το κύριο κίνητρο της ηθικής έκφρασης. Η μοχθηρία και ο εγωισμός είναι εκφυλισμένες εναλλακτικές ηθικές εκφράσεις. 

Ψυχολογία


Η επιρροή του Σοπενχάουερ ήταν πιθανόν πιο έντονη πάνω στην πραγμάτευση του για την ψυχολογία του ανθρώπου παρά πάνω στη σφαίρα της φιλοσοφίας. Οι φιλόσοφοι μέχρι τον Σοπενχάουερ δεν είχαν εντυπωσιαστεί από την πιέση που ασκεί το σεξ πάνω στον ανθρώπινο ψυχισμό, αλλά ο Σοπενχάουερ
αναφέρθηκε σ' αυτό και σε συναφή θέματα εκτενώς:
...ο καθένας πρέπει να μένει έκπληκτος που ένα πράγμα [σεξ] το οποίο παίζει έναν τόσο σημαντικό ρόλο στην ανθρώπινη ζωή έχει μέχρι τώρα πρακτικά παραμεληθεί από το σύνολο των φιλοσόφων, και στέκει μπροστά μας σας σαν ανεπεξέργαστο και ακατέργαστο υλικό.
Έδωσε όνομα σε μία δύναμη εντός του ανθρώπου, η οποία, όπως ο Σοπενχάουερ διαισθανόταν, σταθερά επικρατούσε έναντι της λογικής: τη Βούληση του ζην (Wille zum Leben) και την όρισε ως μια εγγενή ώθηση εντός των ανθρώπινων όντων, και των πλασμάτων γενικά, να παραμείνουν ζωντανοί και να αναπαραχθούν. Ο Σοπενχάουερ αρνούνταν να εκλάβει την αγάπη ως κάτι ασήμαντο ή τυχαίο, αλλά αντίθετα την εξέλαβε ως μια αστείρευτη δύναμη που κείτονταν αθέατη εντός της ανθρώπινης Ψυχής αλλάζοντας δραματικά τη μορφή του κόσμου.
Ο απόλυτος σκοπός όλων των υποθέσεων αγάπης... είναι πιο σημαντικός από κάθε άλλο σκοπό στην ζωή του ανθρώπου και γι' αυτό αξίζει τη μέγιστη σοβαρότητα με την οποία καθένας τον επιδιώκει. Αυτό το οποίο σχεδιάζεται μέσω των υποθέσεων αυτών δεν είναι τίποτε άλλο παρά η σύνθεση της επόμενης γενιάς.
Αυτές οι ιδέες αποτελούσαν προεικονομία της δαρβινικής θεωρίας της εξέλιξης και των φροϋδικών εννοιών πάνω στην λίμπιντο και το ασυνείδητο.

Πολιτική και κοινωνική σκέψη
Πολιτική
Η πολιτική σκέψη του Σοπενχάουερ είναι, σε μεγάλο μέρος της, ένας απόηχος του ηθικού του συστήματος (το οποίο αναπτύσσεται στο βιβλίο Die beiden Grundprobleme der Ethik (Σταθεμέλια της Ηθικής). Η ηθική καταλαμβάνει περίπου ένα τέταρτο του κύριου έργου του Σοπενχάουερ, Ο κόσμος ως Βούληση και ως Παράσταση
Σε περιστασιακές αναφορές πάνω στην πολιτική στα Πάρεργα και Παραλειπόμενα, ο Σοπενχάουερ περιγράφει τον εαυτό του ως υπέρμαχο ενός φιλελεύθερου κυβερνητικού συστήματος. Το ουσιώδες ήταν, πίστευε, το κράτος "να αφήνει κάθε άνθρωπο ελεύθερο προς την αναζήτηση της προσωπικής λύτρωσης", και θα προτιμούσε "να κυβερνάται από ένα λιοντάρι παρά από τους αραουραίους ακόλουθούς του" - δηλαδή προτιμούσε την διακυβέρνηση ενός μονάρχη από έναν δημοκράτη. Ο Σοπενχάουερ παρόλα αυτά συμμερίζονταν την άποψη του Τόμας Χομπς για την αναγκαιότητα του Κράτους, και της κρατικής βίας, με την οποία καταστέλλονται οι καταστροφικές τάσεις που ενυπάρχουν στο ανθρώπινο είδος. 
Ο Σοπενχάουερ, σύμφωνα με ομολογία του ίδιου, δεν στοχάστηκε ιδιαίτερα πάνω στα πολιτικά ζητήματα, και πολλές φορές αναφέρει με περηφάνια πόσο λίγη προσοχή έδωσε στις σύγχρονες [του] πολιτικές υποθέσεις. Σε μία εποχή επαναστάσεων ενάντια στη Γαλλική και Γερμανική κυβέρνηση, παρέμεινε στην απόμακρη του στάση "στοχαζόμενος όχι τις εποχές αλλά τις αιωνιότητες". Γενικά ο Σοπενχάουερ αμφισβητούσε την εξελικτική πορεία της ιστορίας και το εύρος των συμπερασμάτων που μπορούσε κανείς να βγάλει ακολουθώντας τα ιστορικά γεγονότα. Ο Σοπενχάουερ έκανε πολλές υποτιμητικές παρατηρήσεις πάνω στους γερμανούς και τη Γερμανία. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι "Καταλογίζει κανείς στους γερμανούς ότι μιμούνται πότε τους Γάλλους και πότε τους Άγγλους. Ωστόσο, είναι ακριβώς ό,τι καλύτερο μπορούν να κάνουν, διότι, αν περιοριστούν στα δικά τους μέσα, δεν έχουν τίποτε καλό να επιδείξουν".
Ο Σοπενχάουερ είχε μια ξακάθαρη ιεραρχική σύλληψη πάνω στην ανθρώπινη φυλή, αποδίδοντας φυλετική ανωτερότητα στις Βόρειες, "λευκές" φυλές, λόγω της ευαισθησίας τους και της δημιουργικότητας τους:
Οι σημαντικότεροι πολιτισμοί και κουλτούρες, πέραν των αρχαίων Ινδών και Αιγυπτίων, παρατηρούνται αποκλειστικά στις λευκές φυλές, ενώ ακόμη και με πολλούς σκουρόχρωμους ανθρώπους, η κυρίαρχη κάστα ή φυλή, έχει πιο ανοιχτόχρωμο δέρμα από τους υπόλοιπους και κατά συνέπεια, επιλέγει τη μετανάστευση-παραδείγματος χάριν οι Βραχμάνοι, οι Ίνκας, και οι κυρίαρχοι των Νήσων του Ειρηνικού. Όλο αυτό οφείλεται στο γεγονός του ότι η 


αναγκαιότητα είναι η μήτρα της εφευρετικότητας, καθώς εκείνες οι φυλές που μετανάστευσαν στο Βορρά και σταδιακά γίναν λευκές, έπρεπε να αναπτύξουν όλες τις πνευματικές δυνάμεις και να εφεύρουν και να τελειοποιήσουν όλες τις τέχνες στην συγκρουσιακή τους σχέση με την ανάγκη, την θέληση και την ανέχεια, που τις διάφορες μορφές τους, επέφερε το κλίμα.
Πέραν τούτου, ήταν κατάφορα αντίθετος προς την διαφορετική μεταχείρηση των ανθρώπων ανάλογα με την φυλή τους, όντας ένθερμος εχθρός της δουλείας και υποστηρικτής του το κινήατος για την κατάργηση της.
Από την άλλη, τα γραπτά του είναι εμποτισμένα με μεταφυσικό και πολιτικό αντι-Ιουδαϊσμό. Ο Σοπενχάουερ υποστήριζε ότι ο Χριστιανισμός αποτελούσε μια επανάσταση ενάντια στην υλιστική βάση του Ιουδαϊσμού, επιδεικνύοντας μια ηθική επηρεασμένη από την Άρυα-Βεδική διδασκαλία της αυτοϋπερνίκησης την οποία αντιπαρέβαλε στην αδαή αναζήτηση μιας επίγειας ουτοπίας, που χαρακτήριζε το Ιουδαϊκό πνεύμα:
Ενώ όλες οι άλλες θρησκείες επιδιώκουν να εξηγήσουν μέσω συμβόλων την μεταφυσική σημασία της ζωής, η θρησκεία των Εβραίων επιμένει σε μία πολεμική ιαχή στα πλαίσια της διαπάλης των Ιουδαίων με άλλα έθνη
.