Deus
Est Avis 10/02/2008
Σκοτεινιάζει,
Στο σκίρτημα των χειλιών μου καταπίνω τις
μέρες
Θέλγω και θέλγομαι απ’ τον χρόνο
Με φοβάται το τέλος κι αποτραβά
τα δάχτυλα απ’ το κορμί μου
σφυρηλατούν οι μέρες τις ώρες, οι ώρες τα λεπτά…
και τα λεπτά σφυρηλατούν στιγμές
Αιδήμων,
σεμνός όπως πάντα,
μηρυκάζω φοβίες,
μηρυκάζω φοβίες,
μηρυκάζω
ανθρώπους,
μηρυκάζω …
μηρυκάζω …
Σκοντάφτω,
κάνω να σηκωθώ ξανασκοντάφτω
κάνω να σηκωθώ ξανασκοντάφτω
δε περιμένω χέρι,
είμαι όλος χέρια και λόγο αλεξίλυπο
είμαι όλος χέρια και λόγο αλεξίλυπο
στο σώμα μου φυτρώνουνε
δυο- δυο τα καλοκαίρια
δυο- δυο τα καλοκαίρια
Τα μάτια μου
ολολαμπή αποφθέγματα
ολολαμπή αποφθέγματα
και προσανάμματα περικαρπισμένων ιδεών,
μικρές λυτρώσεις,
μικρές εκκλησιές …
Κάπου στο χώμα η σκιά μου, αδέσποτη,
ιδρωμένη, χωμάτινη,
σέρπει προσεύχοντας περίτεχνες αλτάνες και κρεμαστούς κήπους
σέρνεται σε τοίχους,
κρυφακούει εντοιχισμένες λαχτάρες
και πέτρινα χαμόγελα
σέρπει προσεύχοντας περίτεχνες αλτάνες και κρεμαστούς κήπους
σέρνεται σε τοίχους,
κρυφακούει εντοιχισμένες λαχτάρες
και πέτρινα χαμόγελα
Τ’ άλικα μαλλιά
μου,
σύννεφα πυκνά κι αδιάφωτα,
σύννεφα πυκνά κι αδιάφωτα,
ίσα που αγγίζουνε τα χθόνια έλη
και τα καρδιοχτύπια λίγο πριν το ξημέρωμα
Οι λέξεις γίνηκαν πέτρες από στόμα σε στόμα
τα
στόματα γίνηκαν χαράδρες
τα λόγια στο κενό πέσαν…χάθηκαν
Απέμεινε
μια υγρή χωμάτινη γεύση στο στόμα
τα λόγια στο κενό πέσαν…χάθηκαν
Απέμεινε
μια υγρή χωμάτινη γεύση στο στόμα
και η ηχώ της λήθης
Μένω
μόνος τα βράδια
και τα βράδια
μένουν μόνα,
πριν τα σβήσει το πρώτο φως
πριν τα σβήσει το πρώτο φως
Πρέπει να βραδιάζω πιο συχνά,
να μη ξημερώνω φόβους
να μη ξημερώνω φόβους
να μ’ αγαπήσει κι αυτό
(του Θανάση Γιαννακόπουλου)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου